Χελιδὼν ἐκκλησίαν τῶν ὀρνέων συναθροίσασα παρῄνει, φάσκουσα κράτιστον εἶναι τὸ μὴ προσκόπτειν ἀνθρώποις, ἀλλὰ φιλίαν συνθεμένους οἰκείως διακεῖσθαι πρὸς αὐτούς. Τῶν δὲ ὀρνέων τις τὰ ἐναντία τῇ χελιδόνι ἔλεγεν· Ἀλλὰ τὸ σπέρμα τοῦ λίνου μᾶλλον κατεσθίοντες ἀναλίσκωμεν καὶ ἀφανὲς ποιῶμεν, ἵνα μηκέτι ἔχωσι πλέκειν δίκτυα καθ᾿ ἡμῶν. Ἡ μὲν οὖν χελιδὼν ἀρίστην γνώμην ἔχουσα ἀκίνδυνος ἐγένετο ἐν ταῖς πόλεσι διατρίβουσα, καὶ ἐν ταῖς οἰκίαις τίκτουσα παρ᾿ ἀνθρώποις οὐδὲν ὑπ᾿ αὐτῶν πάσχει κακόν. Τὰ δὲ λοιπὰ ὄρνεα, ὡς μᾶλλον ὑπομείναντα κατεσθίειν τὸ σπέρμα, ὡς πάντων ὄντος τοῦ λίνου κακῶν αἰτίου, συμβαίνει λιπαρὰ γενέσθαι καὶ μάλα δικαίως ὑπὸ τῶν ἀνθρώπων συλλαμβανόμενα δαπανᾶσθαι. Οὕτως τε ταύτην τὴν κακογνωμοσύνην ὑπομείναντα, μετενόησε μὴ μετ᾿ ἀνθρώπων μένειν, ἀλλ᾿ ἐν ἀέρι πέτεσθαι.
Οὕτω καὶ τῶν ἀνθρώπων ὅσοι ἐν τοῖς βιωτικοῖς πράγμασι τῷ τῆς ἀγχινοίας βουλεύματι ἐχρήσαντο ἀκίνδυνοι διεφυλάχθησαν.
Μετάφραση του Μύθου:
Το χελιδόνι μάζεψε όλα τα πουλιά σε μία συνάθροιση και τους ανακοίνωσε την εξής πρόταση: να μην εναντιώνονται στους ανθρώπους, αλλά να συνάψουν φιλία μαζί τους και να ζουν φιλικά στους ανθρώπους και κοντά σε αυτούς.
Βγήκε τότε ένα άλλο πουλί κι έκανε αντίθετη πρόταση: "Και τι ανάγκη έχουμε τους ανθρώπους να τους έχουμε φίλους; Όλη η δύναμη τους εναντίον μας είναι το λινάρι, από το οποίο φτιάχνουν τα νήματα των διχτυών που μας πιάνουν και μας παγιδεύουν. Προτείνω λοιπόν να τρώμε τους σπόρους τους λιναριού ώστε να μην έχουν πια να σπείρουν λινάρι και να μη μπορούν να μας πιάνουν".
Τότε σχεδόν όλα τα πουλιά συμφώνησαν με τη δεύτερη πρόταση, πιστεύοντας ότι το λινάρι είναι όλη η αιτία των κακών για τα πουλιά. Έτσι, τρώγοντας το λινάρι και τους άλλους σπόρους που καλλιεργούν οι άνθρωποι, τα πουλιά παχαίνουν, γι' αυτό κι οι άνθρωποι τα κυνηγούν για το κρέας τους.
Ενώ το χελιδόνι, επειδή είχε φιλειρηνική γνώμη, κατοικεί μαζί με τους ανθρώπους και κανείς δεν το βλάπτει. (Στην αρχαία Ελλάδα πάντως κανείς δεν έβλαπτε ποτέ τα χελιδόνια ή τις φωλιές τους).