Ο Βαλεντίν Αλεξάντροβιτς Σερόφ (19 Ιανουαρίου 1865 – 5 Δεκεμβρίου 1911) ήταν
Ρώσος ζωγράφος, ένας από τους κορυφαίους προσωπογράφους της εποχής του. Γνώρισε
μεγάλη επιτυχία ως προσωπογράφος, αλλά και καλλιτέχνης ιστορικών και
μυθολογικών συνθέσεων.
Ο Βαλεντίν Σερόφ γεννήθηκε στην Αγία Πετρούπολη και ήταν
γιος του Ρώσου συνθέτη και μουσικοκριτικού Αλεξάντρ Σερόφ.
Αρχικά σπούδασε στο Παρίσι και στη Μόσχα κοντά στον διάσημο
ζωγράφο Ιλιά Ρέπιν και στη συνέχεια στην Ακαδημία Τεχνών της Αγίας Πετρούπολης
(1880 – 1885) με καθηγητή τον Πάβελ Τσιστιακόφ.
Τα πρώτα έργα του απηχούν την επίδραση της ρεαλιστικής
τέχνης του Ρέπιν.
Το έργο του επηρεάστηκε επίσης από τους μεγάλους δασκάλους
της ευρωπαϊκής ζωγραφικής, το Σουηδό καλλιτέχνη Άντερς Ζορν, τους Ρώσους
ζωγράφους Μιχαήλ Βρούμπελ και αργότερα τον Κονσταντίν Κορόβιν καθώς και τη
δημιουργική ατμόσφαιρα της Κοινότητας του Αμπράμτσεβο.
Ο Σερόφ υπήρξε καθηγητής στην Σχολή Καλών Τεχνών της Μόσχας
(1897 – 1909) και συνεργάτης του περιοδικού «Ο Κόσμος της Τέχνης». Έζησε μεγάλο
μέρος της ζωής του στο κτήμα του Μάμοντοφ και δίδαξε στην Κοινότητα του
Αμπράμτσεβο. Πέθανε στη Μόσχα στις 5 Δεκεμβρίου 1911 και ενταφιάστηκε στο
Κοιμητήριο Νοβοντέβιτσιε.
Στην πρώτη φάση της καλλιτεχνικής του σταδιοδρομίας, ο Σερόφ
επικεντρώνει το ενδιαφέρον του σε ειδυλλιακά πορτρέτα νεαρών κοριτσιών, όπως το
περίφημο «Το κορίτσι με τα ροδάκινα» (1887, Πινακοθήκη Τρετιακόφ, Μόσχα), που
εμφανίζουν τα πρώτα στοιχεία ενός πρώιμου ρωσικού εμπρεσιονισμού.
Από το 1890 και εφεξής, η προσωπογραφία έγινε η βασική
ενασχόληση στην τέχνη του Σερόφ, φιλοτεχνώντας πορτρέτα διασημοτήτων της εποχής
του, όπως συγγραφέων, ηθοποιών και καλλιτεχνών: «Κονσταντίν Κορόβιν» (1891),
«Ισαάκ Λεβιτάν» (1893), «Νικολάι Λεσκόφ» (1894), «Νικολάι Ρίμσκυ – Κόρσακοφ»
(1898), όλα σήμερα στην Πινακοθήκη Τρετιακόφ της Μόσχας.
Έχοντας αποκτήσει μεγάλη δημοσιότητα, ο Σερόφ προσχώρησε στο
κίνημα των «Περιπλανώμενων» οργανώνοντας περιοδεύουσες εκθέσεις και
αναλαμβάνοντας σπουδαίες παραγγελίες, μεταξύ των οποίων τα πορτρέτα του μεγάλου
δούκα Πάβελ Αλεξάντροβιτς (1897, Πινακοθήκη Τρετιακόφ), Αδελαϊδας Σιμόνοβιτς
(1889), Σοφίας Μποτκίνα (1899), Φελίξ Γιουσούποφ (1903), καθώς και της
πριγκίπισσας Όλγας Ορλόβα (1911), όλα στο Ρωσικό Μουσείο της Αγίας Πετρούπολης.
Παράλληλα, φιλοτεχνούσε πίνακες με ευαίσθητες σκηνές της
καθημερινής ζωής, κυρίως με παιδιά, όπως τα «Παιδιά» (1899, Ρωσικό Μουσείο),
αλλά και μια σειρά, από το 1890 ως το 1900, από έξοχα ρομαντικά τοπία.
Κατά την τελευταία περίοδο της καριέρας του, που εκτείνεται
μετά το έτος 1900, ο Σερόφ γίνεται μέλος της καλλιτεχνικής ομάδας «Ο Κόσμος της
Τέχνης». Ήταν η εποχή που ο Σερόφ κάνει μια αποφασιστική στροφή στο στιλιστικό
ύφος της ζωγραφικής του: τα εμπρεσιονιστικά στοιχεία εξαφανίζονται από τα έργα
του, ενώ αναπτύσσει στο εξής μια νεωτεριστική τεχνοτροπία. Στις αρχές της
δεκαετίας του 1900, επικεντρώνεται στη δραματική απεικόνιση μορφών της
λογοτεχνίας και της τέχνης, όπως είναι τα πορτρέτα «Μαξίμ Γκόρκι» (1904),
«Μαρία Γιερμόλοβα» (1905) και «Φεοντόρ Σαλιάπιν» (1905).
Το 1907, ο Βαλεντίν Σερόφ, με τη συντροφιά του φίλου του
ζωγράφου Λεόν Μπακστ επισκέφθηκε την Ελλάδα. Το ταξίδι του αυτό ήταν
καθοριστικό στην περαιτέρω εξέλιξη της τέχνης του. Ήρθε σε επαφή με την αρχαϊκή
τέχνη, τα ελληνικά ανάγλυφα και τη διακοσμητική ζωγραφική. Σε ένα από τα έργα
της εποχής αυτής, «Η αρπαγή της Ευρώπης» (1910, Πινακοθήκη Τρετιακόφ, Μόσχα),
απηχεί τη στροφή του προς το Συμβολισμό, ενώ άλλες δημιουργίες του, όπως το
εξαίρετο πορτρέτο της Ρωσίδας χορεύτριας και χορογράφου «Ίντα Ρουμπινστάιν»
(1910, Ρωσικό Μουσείο, Αγία Πετρούπολη), φανερώνουν την επίδραση του Ανρί Ματίς
(Henri Matisse). Επικεντρώνεται επίσης σε ιστορικές συνθέσεις, όπως «Ο Πέτρος
Β΄ και η τσαρίνα Ελισάβετ ιππεύοντας με τα σκυλιά τους» (1900, Ρωσικό Μουσείο,
Αγία Πετρούπολη).