Πέμπτη 19 Απριλίου 2018

Αισώπου Μύθοι: Οδοιπόροι και άρκτος


Δύο φίλοι τὴν αὐτὴν ὁδὸν ἐβάδιζον. Ἄρκτου δὲ αὐτοῖς ἐπιφανείσης, ὁ μὲν ἕτερος φθάσας ἀνέβη ἐπί τι δένδρον καὶ ἐνταῦθα ἐκρύπτετο, ὁ δὲ ἕτερος μέλλων περικατάληπτος γίνεσθαι, πεσὼν κατὰ τοῦ ἐδάφους τὸν νεκρὸν προσεποιεῖτο. Τῆς δὲ ἄρκτου προσενεγκούσης αὐτῷ τὸ ῥύγχος καὶ περιοσφραινομένης τὰς ἀναπνοὰς συνεῖχε· φασὶ γὰρ νεκροῦ μὴ ἅπτεσθαι τὸ ζῷον. Ὑποχωρησάσης δέ, ὁ ἀπὸ τοῦ δένδρου καταβὰς ἐπυνθάνετο αὐτοῦ τί ἡ ἄρκτος πρὸς τὸ οὖς εἴρηκεν. Ὁ δὲ εἶπε· Τοῦ λοιποῦ τοιούτοις μὴ συνοδοιπορεῖν φίλοις οἳ ἐν κινδύνοις οὐ παραμένουσιν. Ὁ λόγος δηλοῖ ὅτι τοὺς γνησίους τῶν φίλων αἱ συμφοραὶ δοκιμάζουσιν.

Μετάφραση Μύθου:
Δύο φίλοι οδοιπορούσαν, και καθώς περνούσαν μέσα από ένα δάσος ξαφνικά εμφανίστηκε μιαν αρκούδα. Φοβήθηκαν και οι δύο. Ο ένας έτρεξε κι ανέβηκε σε ένα δέντρο, όπου ήταν ασφαλής. 
Ο άλλος δεν πρόλαβε να απομακρυνθεί, οπότε σκέφθηκε "το μόνο που με σώζει τώρα είναι να κάνω τον νεκρό, γιατί η αρκούδα δεν αγγίζει ποτέ νεκρό σώμα". Έτσι κι έκανε, έπεσε καταγής ασάλευτος. 
Η αρκούδα πλησίασε τη μουσούδα της στο πρόσωπό του για να νιώσει και να οσφρανθεί την αναπνοή του, οπότε θα καταλάβαινε ότι είναι ζωντανός. Εκείνος όμως κράτησε  την αναπνοή του για κάμποση ώρα, κ η αρκούδα βλέποντας ότι δεν ανασαίνει βεβαιώθηκε ότι είναι νεκρός και τον άφησε, κι έφυγε.
Τότε κατέβηκε και ο άλλος από το δέντρο και του λέει: "Πω, πω! η αρκούδα σε πλησίασε τόσο πολύ! Την είδα που κάτι σου έλεγε στο αυτί, τι σου είπε;" 
- "μου είπε, άλλη φορά να μην ταξιδεύω μαζί με ανθρώπους που όταν δούνε τα σκούρα τρέχουνε για να σώσουν μόνο το δικό τους τομάρι αφήνοντας τους φίλους τους στο έλεος της κάθε αρκούδας!".