Τετάρτη 25 Οκτωβρίου 2017

1914 η Προσάρτηση της Κύπρου από την Μεγάλη Βρετανία

      Το 1914 η Τουρκία αναμείχτηκε στον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο, στο πλευρό της Γερμανίας και ενάντια στην Αγγλία. Η τελευταία κήρυξε, τότε, άκυρη τη συμφωνία του 1878 και στις 25 Οκτωβρίου 1914, προσάρτησε την Κύπρο. 
      Αλλά έτσι έχασε το επιχείρημά της ότι, με βάση τη συμφωνία του 1878, η Κύπρος κατεχόταν μεν από την Αγγλία, αλλά εξακολουθούσε να ανήκει στην Οθωμανική αυτοκρατορία και συνεπώς δεν ήταν δυνατό να αποδοθεί στην Ελλάδα.
      Και πραγματικά, τον επόμενο χρόνο, το Λονδίνο πρόσφερε την Κύπρο στην Ελλάδα, ζητώντας σαν αντάλλαγμα να εγκαταλείψει η τελευταία την ουδέτερη στάση της και να πολεμήσει στο πλευρό της Αγγλίας.
      Η τότε Ελληνική κυβέρνηση Ζαΐμη απέρριψε
την προσφορά (17 Οκτώβρη 1915), κρίνοντας πως δεν ήταν προς το συμφέρον της χώρας του η εγκατάλειψη της ουδέτερης στάσης που τηρούσε. Την ουδέτερη αυτή στάση εγκατέλειψε, έτσι κι αλλιώς, λίγο αργότερα, όμως στο μεταξύ η αγγλική προσφορά είχε αποσυρθεί. Ωστόσο, με την ελπίδα και το όραμα της εθνικής αποκατάστασης της πατρίδας τους, 11.000 Κύπριοι κατατάχτηκαν στον αγγλικό στρατό και πολέμησαν σε διάφορα μέτωπα.
      Η απογοήτευση του 1915 μετατράπηκε πάλι σε ελπίδα το 1917, όταν ο Ελευθέριος Βενιζέλος, ο οραματιστής της "Μεγάλης Ελλάδας των δύο ηπείρων και των πέντε θαλασσών", επισκέφτηκε το Λονδίνο.
      Τηλεγραφήματα και υπομνήματα μετέφεραν το αίτημα των Ελλήνων της Κύπρου στον πρωθυπουργό της Ελλάδας, να μεριμνήσει και για την εθνική αποκατάσταση του νησιού τους. Αμέσως μετά τον πόλεμο, ξεκίνησε για το Λονδίνο μια ακόμη κυπριακή αποστολή, με επικεφαλής τον αρχιεπίσκοπο Κύριλλο Γ' και με όλους τους Έλληνες βουλευτές του νησιού. Το ταξίδι της πρεσβείας, όπως τον ονόμασαν, κράτησε δύο χρόνια (1918-1920) και περιλάμβανε και το Παρίσι, όπου συνερχόταν η Διάσκεψη Ειρήνης.
      Στο περιθώριό της, οι Ελληνοκύπριοι εκπρόσωποι είχαν συναντήσεις και συνομιλίες με το Βενιζέλο, ο οποίος και ανακοίνωσε τελικά (Αύγουστος 1920) στην πρεσβεία των Κυπρίων, την οριστική απόφαση του Λονδίνου να μη παραχωρήσει την Κύπρο στην Ελλάδα. Το ίδιο ανακοίνωσε και επίσημα το αρμόδιο υπουργείο Αποικιών, στις 26 Οκτωβρίου 1920.
      Με τη Συνθήκη της Λωζάνης του 1923, η Τουρκία παραιτήθηκε από όλα τα δικαιώματά της πάνω στην Κύπρο. Δύο χρόνια αργότερα (1η Μάη 1925) η Αγγλία ανακήρυξε την Κύπρο αποικία του στέμματος, ενέργεια που προκάλεσε ποικίλες αντιδράσεις από την πλευρά, κυρίως των Ελλήνων του νησιού.
      Η μεν ηγεσία χαιρέτισε την εξέλιξη αυτή με υπόμνημα στο οποίο εξέφραζε την ικανοποίηση της δια την τελειωτικήν απαλλαγήν της πατρίδος ημών από της Τουρκικής κυριαρχίας, ο δε λαός διαμαρτυρήθηκε ζωηρά για την προσάρτηση. Προκάλεσε, μάλιστα μια δήλωση του τότε υπουργού αποικιών Έιμερι:... Οφείλετε να εννοήσετε σαφώς, όπως σας υπεδείχθη πολλές φορές, ότι το ζήτημα της ενώσεως είναι οριστικά κλειστό και δεν είναι δυνατόν ν' ανακινηθεί ξανά...
      Στο μεταξύ, από το 1920, η αγγλική διοίκηση είχε αρχίσει να παίρνει δυναμικά μέτρα ενάντια στους πρωτεργάτες της ενωτικής κίνησης. Έτσι, το 1921 απέλασε από την Κύπρο, με εντολή του ύπατου αρμοστή Στίβενσον, το δυναμικό αγωνιστή Νικόλαο Καταλάνο και το συγγραφέα και ιστορικό Φίλιο Ζαννέτο, ο οποίος ήταν δήμαρχος Λάρνακας και βουλευτής.
      Ο κυβερνήτης σερ Ρόναλντ Στορρς, ο οποίος έφτασε στην Κύπρο στις 30 Νοεμβρίου 1926, προσπάθησε να εξευμενίσει τους κατοίκους του νησιού, πετυχαίνοντας την κατάργηση του φόρου υποτελείας τον οποίο εξακολουθούσαν, μέχρι τότε, να πληρώνουν οι Κύπριοι.
      Όμως, δύο χρόνια αργότερα, το 1928, οργάνωσε λαμπρές τελετές για τα 50 χρόνια της αγγλικής κατοχής, με αποτέλεσμα να προκαλέσει και πάλι την οργή των Ελλήνων.
      Τις τελετές παρακολούθησαν οι Τούρκοι. Ο αρχιεπίσκοπος έστειλε και πάλι υπόμνημα στο Λονδίνο.
      Στις 26 Γενάρη 1930, πραγματοποιήθηκε στην αρχιεπισκοπή μεγάλη συνέλευση, η οποία αποφάσισε την ίδρυση της Ε.Ο.Κ. (Εθνική Οργάνωση Κυπρίων), σκοπός της οποίας ήταν η επίτευξη της εθνικής αποκαταστάσεως της Κύπρου μετά της μητρός Ελλάδος. Την ηγεσία της Ε.Ο.Κ. αποτελούσαν ο αρχιεπίσκοπος, τα μέλη της Ιεράς Συνόδου, ο ηγούμενος Κύκκου, αντιπρόσωποι των άλλων μοναστηριών, οι Έλληνες Κύπριοι βουλευτές και άλλοι παράγοντες. Η οργάνωση ίδρυσε και γραφείο διαφώτισης στο Λονδίνο. 
      Στις 25 Μάρτη οργάνωσε σε όλο το νησί εκδηλώσεις υπέρ της ένωσης, κατά τις οποίες σχετικά ψηφίσματα υπογράφτηκαν από το λαό και στάλθηκαν στο Λονδίνο. Στις εκλογές του ίδιου χρόνου, εκλέχτηκαν βουλευτές όλοι όσοι είχαν βάλει υποψηφιότητα με το σύνθημα ένωσις και μόνον ένωσις.
      Τον Οκτώβρη του 1931 και με αφορμή την επιβολή δασμολογικού νόμου, εκδηλώθηκε το κίνημα των Οκτωβριανών που έφτασε μέχρι και την πυρπόληση του κυβερνείου.
      Τελικά, το κίνημα καταπνίγηκε, οι Έλληνες κήδευσαν μερικούς νεκρούς και αναγκάστηκαν να επωμιστούν ένα μεγάλο οικονομικό βάρος που αντιπροσώπευε τις υλικές ζημιές.